Στο ιατρικό δίκαιο ανήκει μια μεγάλη κατηγορία νομικών υποθέσεων, οι οποίες έχουν ως κοινό άξονα την παραβίαση των διατάξεων του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, όπως κατοχυρώθηκε με το Ν. 3418/2005. Έτσι, στο ιατρικό δίκαιο ενδεικτικά ανήκουν οι υποθέσεις που έχουν ως αντικείμενο την ιατρική αμέλεια, την έλλειψη ενημέρωσης ή συναίνεσης στην ιατρική πράξη, τη διαφήμιση των ιατρών στο διαδίκτυο, την ιατρικά υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, τη μεταμόσχευση ιστών και οργάνων, τις σχέσεις μεταξύ των ιατρών, τις σχέσεις μεταξύ ιατρών και ασθενών, την ιατρική έρευνα, τη δωρεά οργάνων, την τεχνητή διακοπή της κύησης, την κλινική έρευνα, τα ιατρικά πιστοποιητικά κ.α
Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΜΕΛΕΙΑ
Η ιατρική αμέλεια αποτελεί νομικό όρο και διαγιγνώσκεται/ διαπιστώνεται από τα αρμόδια δικαστήρια όταν ο ιατρός κατά την διενέργεια της ιατρικής πράξης ενεργεί αντίθετα από τα παγκόσμια ιατρικά πρωτόκολλα. Στο παρελθόν, για τη διάγνωση της ύπαρξης αμέλειας ή μη χρησιμοποιούνταν ως συγκριτικό μέτρο η αναμενόμενη συμπεριφορά του μέσου συνετού ιατρού. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η νομολογία έχει ορίσει την ενδεδειγμένη συμπεριφορά του ιατρού (lege artis), αυτήν που τηρεί όσα ορίζουν τα παγκόσμια ιατρικά πρωτόκολλα και ο Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας όπως κυρώθηκε από το νόμο 3418/2005.
Α) Για τη διαπίστωση της ύπαρξης ιατρικής αμέλειας ή μη σε αστικό επίπεδο, κρίσιμα είναι τα εξής σημεία :
• Η ΕΝΔΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
Μεταξύ ιατρού και ασθενούς συνάπτεται σύμβαση ιατρικής αγωγής, η οποία ανήκει στην γενική κατηγορία των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών και συγκεκριμένα σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών, που αποτελεί είδος της σύμβασης εργασίας και διέπεται από τις διατάξεις των ΑΚ 648-680, εκτός από εκείνες που εφαρμόζονται αποκλειστικά στη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Έτσι, η πλημμελής ή η μη εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων γεννά υποχρέωση προς αποζημίωση της ζημίας που υπέστη ο ασθενής-αντισυμβαλλόμενος.
• Η ΑΔΙΚΟΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
Από τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 330 εδ. β`, 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση και ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής ζημίας ή και ηθικής βλάβης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας.
• Η ΕΥΘΥΝΗ ΠΟΥ ΑΠΟΡΡΕΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 8 ΤΟΥ Ν. 2251/1994 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ
Την ευθύνη αυτή, ως προς ορισμένα (ειδικά) θέματα, καλύπτει η ρυθμιστική εμβέλεια του άρθρου 8 του ν. 2251/1994 για την «Προστασία των καταναλωτών», το οποίο ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι ο «παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε ζημία που προκάλεσε υπαιτίως κατά την παροχή των υπηρεσιών του» (§ 1), ότι «ως παρέχων υπηρεσίες θεωρείται όποιος παρέχει κατά τρόπο ανεξάρτητο υπηρεσία στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας» (§ 2 εδ. β`), ότι «ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας» (§ 3), ότι «ο παρέχων υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης της έλλειψης υπαιτιότητας» (§ 4 εδ. α`), ότι «για την εκτίμηση της έλλειψης υπαιτιότητας λαμβάνονται υπόψη η ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια και το σύνολο των ειδικών συνθηκών και ιδιαίτερα: α) η φύση και το αντικείμενο της υπηρεσίας, ιδίως σε σχέση με τον βαθμό επικινδυνότητας της, β) η εξωτερική μορφή της υπηρεσίας, γ) ο χρόνος παροχής της υπηρεσίας, δ) η ελευθερία δράσης που αφήνεται στον ζημιωθέντα, στο πλαίσιο της υπηρεσίας, ε) το αν ο ζημιωθείς ανήκει σε κατηγορία μειονεκτούντων ή ευπρόσβλητων προσώπων και στ) αν η παρεχόμενη υπηρεσία αποτελεί εθελοντική προσφορά του παρέχοντος» (§ 4 εδ. β`) και ότι «μόνη η ύπαρξη ή δυνατότητα τελειότερης υπηρεσίας κατά το χρόνο παροχής της υπηρεσίας ή μεταγενέστερα δεν συνιστά υπαιτιότητα» (§ 5).
Β) Για την διάγνωση ύπαρξης ή μη αμελούς συμπεριφοράς σε ποινικό επίπεδο, ώστε να αποφανθεί το ποινικό δικαστήριο εάν ο ιατρός τέλεσε το αδίκημα της σωματικής βλάβης από αμέλεια ή της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, κρίσιμα είναι τα εξής σημεία:
Καταρχήν η πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, δηλαδή, η πραγμάτωση όλων εκείνων των στοιχείων, τα οποία προβλέπονται από τον Ποινικό Κώδικα και συνθέτουν την εγκληματική συμπεριφορά.
Κατά δεύτερον, η πλήρωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, ήτοι α) η ύπαρξη εξωτερικά αμελούς συμπεριφοράς, β) η ύπαρξη εσωτερικά αμελούς συμπεριφοράς και γ) ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και του ζημιογόνου αποτελέσματος.